Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

Υπάρχει διέξοδος;


Του Χρήστου Λάσκου

Η μεγάλη ήττα που σηματοδοτεί το νέο μνημόνιο για την ελληνική Αριστερά, αλλά ακόμα περισσότερο για την ελληνική κοινωνία, έβαλε σε κίνηση, εκτός των άλλων, και μια διαδικασία «αυτοκριτικής».

«Κάναμε λάθη», λέγεται. Την ίδια στιγμή που κανένα λάθος δεν προσδιορίζεται συγκεκριμένα, αλλά η έκφραση κριτικής αντιμετωπίζεται συχνά ως «υπονόμευση της πρώτης Κυβέρνησης της Αριστεράς».

«Μόνο όλοι μαζί σε όλα μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση», λέγεται. Και την ίδια ώρα τα συλλογικά όργανα δεν καλούνται να συζητήσουν όσο γίνεται ψύχραιμα και σε βάθος την κατάσταση, ώστε να δούμε «όλοι μαζί» τις πιθανές διεξόδους.

Έχει γραφεί πολλές φορές τις τελευταίες μέρες πως πιο επικίνδυνο και από το ίδιο το μνημόνιο είναι η βασική υποστηρικτική επιχειρηματολογία της αποδοχής της συμφωνίας. Που συνοψίζεται αποκλειστικά στην ιδέα πως «δεν υπήρχε εναλλακτική», επαναλαμβάνοντας έτσι το κεντρικό επιχείρημα όσων επέβαλλαν και διαχειρίστηκαν την κοινωνικά καταστροφική πολιτική που ζήσαμε τα τελευταία πέντε χρόνια και εναντίον των οποίων αναπτύχθηκε και πάλεψε το κόμμα μας με τον πιο αδιάλλακτο τρόπο. Αν σε αυτό προστεθεί και η επίκληση στην «ευθύνη» το σχήμα ολοκληρώνεται κατά τον κλασικό τρόπο.

Είναι φανερό και μόνο από αυτό πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά.

Είναι απολύτως δεδομένο πως η «συμφωνία» είναι κοινωνικά απεχθής και οικονομικά, με βεβαιότητα, μη βιώσιμη. Το λέμε μεταξύ μας, το λέει ο Στίγκλιτς, το λέει ο Άιχενγκριν, το λέει όλος ο πλανήτης.

Όσο θα προχωράει η εφαρμογή της θα αποδεικνύεται ανοιχτή πληγή, που θα απαιτεί «νέα μέτρα» για την ικανοποίησή της και θα αυξάνει τον κοινωνικό πόνο. Η ιδέα πως θα μπορέσει η κυβέρνηση να ασκήσει αντισταθμιστικές πολιτικές σε ταξικά μεροληπτική κατεύθυνση προσκρούει στην πραγματικότητα της επιτροπείας, που θα ελέγχει και την παραμικρή νομοθετική παρέμβαση. Η πρόσδεση, λοιπόν, στην εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής κατά βάση θα σημάνει πέρα από την ραγδαία απαξίωση της κυβέρνησης και την πιθανότητα μεγάλης ενδυνάμωσης της ναζιστικής ακροδεξιάς.

Και τότε η κατάσταση θα είναι απολύτως μη διαχειρίσιμη.

Τι δυνατότητες έχουμε;

Νομίζω πως «δεν υπάρχει εναλλακτική» απέναντι στην πρόταση να ενεργοποιήσουμε τη συλλογική μας δημοκρατική λειτουργία, ώστε να αποφασίσουμε ρητά και κατηγορηματικά «όλοι μαζί» πως «αυτό το πράγμα» είναι εχθρικό και μη διαχειρίσιμο και να οργανώσουμε όσο γίνεται καλύτερα τη διαδικασία γρήγορης απεμπλοκής. Όπως πολύ καλά σημειώνει ο Παναγιώτης Λαμπρόπουλος, «[α]πό αυτή την άποψη είναι λάθος, για όσους συντρόφους το κάνουν, να προσπαθούν να υπερασπιστούν επιμέρους πλευρές της συμφωνίας. Ο δικός σου στόχος πρέπει να είναι να απεμπλακείς όσο το δυνατό πιο γρήγορα σαν κοινωνία και σαν κυβέρνηση από αυτή. Είναι άλλο να προσπαθήσεις να διερευνήσεις εσύ τις όποιες ρωγμές μπορεί να υπάρχουν σε αυτή και αυτό προκειμένου να μπορέσεις να προστατευτείς ως κοινωνία και άλλο να αποδέχεσαι εκ των προτέρων "θετικά". Το πρώτο σε βάζει σε μια φάση ενεργητικής αντίστασης, ενώ το δεύτερο σε βάζει σε μια φάση συνεργασίας και εδώ υπάρχει διαφορά».

Γίνεται; Πάντως δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε που να μην περιλαμβάνει το προηγούμενο. Αυτοί που σίγουρα αστοχούν είναι όσοι νομίζουν πως θα καθαρίσουν μέσω … εκκαθαρίσεων. Αυτό για μια δύναμη που θέλει να παραμείνει ριζοσπαστική Αριστερά δεν παίζει καθόλου. Η ίδια η διαδικασία θα σημαίνει ευρείας έκτασης μετάλλαξη χωρίς επιστροφή. Ας είναι, λοιπόν, περισσότερο προσεκτικοί.

ΥΓ. Εντυπωσιακό σημείο των ημερών είναι πως υπέρ της μεθόδου των εκκαθαρίσεων τάσσονται και προβεβλημένα πρόσωπα, που έκαναν ό,τι μπορούσαν τη βδομάδα του δημοψηφίσματος να χάσει η γραμμή του κόμματος, με σχεδόν προκλητικό τρόπο. Εντυπωσιακό; Μπα, τελικά πάντα έτσι συνέβαινε.